Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2013

Καληνύχτα, λοιπόν.

Δεν είναι ο έρωτας που σου έφερε τη δυστυχία, φιλαράκο.
Ο έρωτας δε φέρνει τίποτα.
Ποτέ.
Εσύ τον κυνηγάς.
Εσύ θες να σου φέρει.
Πασχίζεις μανιωδώς να τον κυνηγήσεις,
ενώ εκείνος χάνεται με ένα παιδιάστικο φευγαλέο βηματισμό.
Κι εσύ εκεί.
Μόνος, αποκαμωμένος.
Να γυρεύεις να ακούσεις κάτι για εκείνη.
Να γυρεύεις να τη μυρίσεις στο χώρο.
Για να νιώσεις ζωντανός.
Να αισθανθείς τάχα πως υπάρχεις.
Να πρέπει να νιώσεις τάχα τη δική της σάρκα,
για να νιώσεις και τη δική σου.
Γελοίος που φαντάζεις, θα σκεφτώ.
Και μετά θα το μετανιώσω και θα δαγκωθώ.
Και εγώ έτσι νιώθω, αλλά...
Είναι ο έρωτας.
Λόγια της λήθης, που χάνονται.
-Πάνε και έρχονται-
Λόγια της μέρας, της νύχτας.
Λόγια εκείνης, της άλλης, της Χαλιμάς...
Παραμύθια, θα πεις.
Σε έμαθα πια.
Μα είναι ο έρωτας. Μ' ακούς;
Πάντοτε ήταν.
Πάντα και ποτέ.
Ποτέ δεν ήταν.
Έρωτας είναι αυτό που μου λυσσομανά τα στήθια.
Κείνος ο πόθος στο παιδικό σου χαμόγελο.
Η σπίθα θαρρείς μες το βλέμμα σου.
Τούτο είναι ο έρωτας.
Ανίδεε, Βλάσφημε.
Έκπτωτε άγγελε. Αλήτη.
Καληνύχτα, θα πεις.
Και θα κλείσεις την πόρτα πίσω σου με ένα βαρύ χτύπο.
-Χτύπο ρολογιού, χτύπο καρδιάς.
Χτύπο ρε παιδί μου, έναν τάχα, οποιοδήποτε χτύπο.
Όλοι ίδιοι μοιάζουν καθώς κλείνει η πόρτα.
Θαρρείς και έχει τάχα διαφορά-
Μη τη λες αυτή τη λέξη.
Είναι τόσο χυδαία ανώριμη, τόσο ειρωνική.
Άλλωστε, δε την εννοείς καν.
Τι θα πει καληνύχτα όταν κλείνεις την πόρτα;
Πώς να είναι καλή, όταν δεν κάνεις κάτι γι αυτό;
Ξέρεις, από ευχές μπούχτισα.
Χόρτασα, θαρρείς.
Μια ζωή να εύχομαι, να εύχονται.
Σάμπως και άλλαζαν τίποτα οι γελοίες λέξεις τους,
οι γελοίες ευχές τους.
Όλα μόνη μου τα άλλαξα. Όλα εγώ.
Με αγώνες χτίζονται οι επιθυμίες και τα όνειρα, φιλαράκο.
Με αγώνες και όχι με ευχές.
Τούτη η νύχτα, όμως, ξέρεις.. να.. έχει κάτι απ' το χαμόγελό σου.
Και από τούτο σου το άρωμα.
Ξέρεις... ίσως και να είναι καλή τελικά.
Τι θα κάνω όμως αν δε σε δω;
Αύριο; Μεθαύριο;
Αν ξυπνήσω μία μέρα και δε σε βρίσκω;
Αν σε ψάξω και δε σε βρω;
Έρωτας... τελικά,
είναι εκείνο το μυστηριώδες σου μειδίαμα.
Όταν και τάχα και αν σε κάνω να χαμογελάσεις.
Και το βλέμμα...Το βλέμμα σου λέω...
Έχει κάτι από τις νότες του ουρανού,
κάτι από μενεξελί ανεμώνη μιας αλλιώτικης άνοιξης.
Τότε νομίζω πιότερο από όλα σε ξαναερωτεύομαι.
Ξανά και ξανά και ξανά. Και ξανά.
Μια κακούργα κίνηση, αέναη.
Και είναι εξάρτηση.
Γι΄αυτό αύριο θα υποφέρω, αν δε σε δω.
Και δεν αρκεί μια καληνύχτα για να το αλλάξει αυτό.
Καληνύχτα και σε σένα, λοιπόν.



Περπάτησα πάρα πολύ και τα φτερά μου τα 'χω χάσει.
Μα εσύ που δεν πατάς στη γη καν' την ψυχή μου να πετάξει...